Χαιρετισμός του Προέδρου της ΕΔΕΚ δρα Μαρίνου Σιζόπουλου στο Συνέδριο των Αποδήμων
Παρασκευή 02.08.2024
Παρασκευή 02.08.2024, από Γραφείο Τύπου

Συμπατριώτισσες, συμπατριώτες,
 
Εκ μέρους της ΕΔΕΚ θα ήθελα να σας εκφράσω τις θερμές-μας ευχαριστίες για το σημαντικό έργο που επιτελείτε η καθεμία και ο καθένας ξεχωριστά, αλλά και όλοι μαζί στις χώρες της διαμονής-σας. Ένα έργο το οποίο συντηρεί τη μνήμη του δράματος που βιώνει ο λαός-μας εδώ και μισό αιώνα ως αποτέλεσμα του προδοτικού πραξικοπήματος και της βάρβαρης τουρκικής εισβολής του Ιουλίου του 1974, αλλά και τις προσπάθειες μέσα από σωστή διαφώτιση και παρεμβάσεις να παραμείνει το Κυπριακό στη διεθνή κοινότητα στην πραγματική-του φύση ως πρόβλημα παράνομης εισβολής.  Ένα έργο το οποίο σε πολλές περιπτώσεις επιτελείται κάτω από δύσκολες και ίσως και δυσμενείς συνθήκες.
Μετά από 7 χρόνια διαπραγματευτικής απραξίας και συστηματικών προκλητικών ενεργειών της Τουρκίας σε βάρος των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Κυπριακής Δημοκρατίας, με τον διορισμό της ειδικής απεσταλμένης του Γ.Γ. της κας Ολγκίν, βρισκόμαστε στα πρόθυρα μίας νέας πρωτοβουλίας, διερεύνησης της προοπτικής επανέναρξης ενός νέου κύκλου διαπραγματεύσεων για την επίλυση του Κυπριακού.
Προτού καθορίσουμε τους στόχους και την τακτική-μας, είναι σημαντικό αφού μελετήσουμε το παρελθόν, να αναλύσουμε τα σημερινά δεδομένα και τα εμπλεκόμενα συμφέροντα.
Η αρχή της σημερινής φάσης του Κυπριακού ουσιαστικά εντοπίζεται στη 10ετία του 1950 και σε αυτό καθοριστικό ρόλο διαδραμάτισαν τρείς  χώρες για να κατοχυρώσουν τα συμφέροντα-τους στην ευρύτερη περιοχή της Αν. Μεσογείου και της Μ. Ανατολής.
Της Μ. Βρετανίας, όπου μετά την αποτυχημένη Γαλλοβρετανική απόβαση στο Σουέζ τον Νοέμβριο του 1956, εγκατάλειψε τις αποικίες-της στην περιοχή και μετέφερε το Αρχηγείο των ενόπλων δυνάμεών-της στη Κύπρο. Ενόψει του αγώνα της ΕΟΚΑ, ήθελε να διασφαλίσει τη νομιμοποίηση και μονιμοποίηση της παρουσίας-της στην Κύπρο.
Της Τουρκίας, η οποία το 1952 αποφάσισε να αναθεωρήσει τη Συνθήκη της Λωζάνης και να επεκτείνει τα σύνορά-της, ώστε να ελέγχει την αν. Μεσόγειο και να γίνει μια μεγάλη περιφερειακή δύναμη με παγκόσμια εμβέλεια. Τον Μάρτιο του 1957 εκπόνησε το σχέδιο «επανάκτησης της Κύπρου», και τέλος
Των ΗΠΑ οι οποίες, θεώρησαν ότι η ιδανική λύση για το Κυπριακό για να περιοριστεί η Σοβιετική επιρροή στην περιοχή, ήταν η κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας και η διχοτόμηση. Τον στόχο αυτό τον αποκάλυψε για πρώτη φορά ο Υφυπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Τζώρτζ Μπόλ τον Φεβρουάριο του 1964.
Μέσα από διαδοχικές συνομωσίες φθάσαμε στο 1974, όπου συνεπεία των τραγικών λαθών Ελληνικών Κυβερνήσεων και το προδοτικό πραξικόπημα της χούντας και της ΕΟΚΑ Β΄, η Τουρκία κατέλαβε το 37% του εδάφους και απόκτησε σημαντικό πλεονέκτημα αναφορικά με τη λύση.
Σήμερα, βρισκόμαστε ενώπιον μιας νέας προσπάθειας για επανέναρξη των συνομιλιών. Μέχρι στιγμής δεν ξεκαθάρισαν το πλαίσιο του διαλόγου και η διαδικασία. Θα επαναληφθεί η διαδικασία του διακοινοτικού διαλόγου που από το 1977 εφαρμόστηκε 7 φορές και απέτυχε; Εάν την επαναλάβουμε είναι σίγουρο ότι θα πετύχει; Εάν αποτύχει ποια θα είναι η κατάληξη; Μήπως τα δύο κράτη; Το ένα δίπλα στο άλλο με ειρηνική συνύπαρξη όπως διεκδικούσε ο Ντενκτάς;
Η χρεωκοπία αυτής της πολιτικής επιβεβαιώθηκε το 2017 στην 5μερή Διάσκεψη στο Crans Montana. Κάποιοι επιμένουν οι συνομιλίες να συνεχίσουν από εκεί που μείναμε στο Crans Montana στη βάση της ΔΔΟ με πολιτική ισότητα. Πού μείναμε; Στις επικίνδυνες υποχωρήσεις της πλευράς-μας στα θέματα εσωτερικής διακυβέρνησης και στην προκλητική δήλωση του τότε ΥΠΕΞ της Τουρκίας, «οι Ε/Κ να ξεχάσουν το μηδέν εγγυήσεις και μηδέν στρατεύματα».
Η λύση ΔΔΟ είναι προϊόν της Βρετανο – τουρκικής συνεργασίας για την κατοχύρωση των δικών –τους γεωστρατηγικών συμφερόντων.
Η Τουρκία για πρώτη φορά πρότεινε ως λύση του Κυπριακού τη ΔΔΟ τον Δεκέμβριο του 1964, με τις προτάσεις που έδωσε στον πρώτο μεσολαβητή των Η.Ε. Γκάλο Πλάζα, ο οποίος και τις απέρριψε ως απαράδεκτες. Την υπόβαλε ξανά στη συνάντηση με τη χούντα στον Έβρο τον Σεπτέμβριο του 1967.
Η ΔΔΟ όπως διατυπώθηκε στο σχέδιο Ανάν οδηγούσε σε ένα μη λειτουργικό κράτος, υποχείριο της Τουρκίας. Γι’ αυτό και ο λαός-μας με μια συντριπτική πλειοψηφία το απέρριψε.
Τώρα βρισκόμαστε στο σήμερα. Χωρίς να υπερτιμούμε, αλλά και χωρίς να υποτιμούμε τις δυνατότητές-μας, με σύνεση και σωστό προγραμματισμό πρέπει να αξιοποιήσουμε τα νέα περιφερειακά και ευρωπαϊκά δεδομένα, για να ενισχύσουμε τη διαπραγματευτική-μας θέση. Να αξιοποιήσουμε τα όπλα που διαθέτει η Κυπριακή Δημοκρατία στον ΟΗΕ, την Ε.Ε. και σε άλλα διεθνή βήματα.
Το Κυπριακό δεν μπορεί να λυθεί με ψευδαισθήσεις, λανθασμένη τακτική  και  πολιτική χειραγώγησης. Το Κυπριακό είναι ένα διεθνές πρόβλημα εισβολής, συνεχιζόμενης κατοχής και παράνομου εποικισμού. Γι’ αυτό επιβάλλεται να διεκδικήσουμε:
Ως διαδικασία τη σύγκλειση Διεθνούς Διάσκεψης υπό την αιγίδα του Σ.Α. του ΟΗΕ, όπως προβλέπει η σχετική απόφαση της Γ.Σ. και όχι 3μερή ή 5μερή Διάσκεψη, που το υποβαθμίζει σε δικοινοτικό πρόβλημα.
 
Να υπενθυμίσουμε την προφητική υπόδειξη του Εθνάρχη Μακαρίου στην τελευταία ιστορική-του ομιλία στις 20 Ιουλίου 1977, «Οι διακοινοτικές συνομιλίες με τη μορφή που διεξήχθησαν διέδραμαν τη χρησιμότητά-τους. Τις αξιοποιεί η Τουρκία για να νομιμοποιήσει τα τετελεσμένα της εισβολής. Μακροχρόνιος θα είναι ο αγώνας».
Ως προς το περιεχόμενο η λύση, αυτή πρέπει να κατοχυρώνει ένα κράτος, ένα λαό, μία διεθνή προσωπικότητα και να περιλαμβάνει:
 
-              Την κατάργηση των εγγυήσεων
-              Την πλήρη αποχώρηση των ξένων στρατευμάτων
-              Τον επαναπατρισμό των εποίκων
-              Την επιστροφή των προσφύγων Ε/Κ και Τ/Κ σε συνθήκες ασφάλειας
-              Την εφαρμογή του Ευρωπαϊκού κεκτημένου σε ολόκληρη την επικράτεια, χωρίς μόνιμες παρεκκλίσεις και α’ γενές ευρωπαϊκό δίκαιο, και
-              Την κατοχύρωση των 4 ελευθεριών της Ε.Ε. σε όλους τους νόμιμους κατοίκους, δηλ την ελευθερία διακίνησης, εγκατάστασης, περιουσίας και εργασίας.
Κάποιοι ισχυρίζονται ότι η μη λύση δεν είναι λύση. Δεν διαφωνούμε. Όμως η κακή λύση είναι διάλυση.
 

Γραφείο Τύπου
Λευκωσία, 2 Αυγούστου 2024
 

 

Ανακοινώσεις