Η απόφαση για Διεθνή Διάσκεψη έπρεπε να αποτελεί την αιχμή της πολιτικής μας όσον αφορά την επανέναρξη των συνομιλιών. Δυστυχώς την εγκαταλείψαμε
Παρασκευή 19.03.2021
Παρασκευή 19.03.2021, από Γραφείο Τύπου

Ομιλία Προέδρου Κ.Σ. ΕΔΕΚ, Μαρίνου Σιζόπουλου στη Βουλή των Αντιπρόσωπων για το Κυπριακό- Εμπάργκο μέχρι την ώρα της ομιλίας

Η νέα διαδικασία σύγκλησης της άτυπης Πενταμερούς Διάσκεψης επαναφέρει στο προσκήνιο την εμπειρία του παρελθόντος και κυρίως τα όσα έλαβαν χώρα στη Γενεύη και στο Grans Montana το 2017.

Με αυτή την ευκαιρία είναι σημαντικό να γίνει μια αδρομερής αναφορά στο πρόσφατο παρελθόν, για να γίνουν κατανοητοί οι κίνδυνοι που ελλοχεύουν από ενδεχόμενη επανάληψη της ίδιας διαδικασίας.

Από πού ξεκινήσαμε και πώς καταλήξαμε στην προηγούμενη Πενταμερή;

Τον Αύγουστο του 2016 ο κος Ακιντζί για να δώσει χάρτη στο εδαφικό, ζήτησε οι συναντήσεις να γίνουν στο εξωτερικό για να μην υπάρξουν διαρροές και αντιδράσεις από τους επηρεαζόμενους. Τελικά οι συζητήσεις αντί να εστιαστούν στο εδαφικό, επικεντρώθηκαν στα θέματα εσωτερικής διακυβέρνησης και σε πρόσθετες παραχωρήσεις της πλευράς μας.

Την 1η Δεκ. του 2016 στο γνωστό δείπνο ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας αποδέχθηκε τη συμμετοχή του στην Πενταμερή Διάσκεψη της Γενεύης με στόχο είτε να εξευρεθεί λύση στο Κυπριακό είτε να εκτεθεί η Τουρκία για την αδιαλλαξία της.

Τον Γενάρη του 2017 στη Γενεύη κατά τη σύγκληση της Πενταμερούς, αποκαλύφτηκε η παρασκηνιακή συνεννόηση και το παιγνίδι που στηνόταν σε βάρος της Κυπριακής Δημοκρατίας από την Τουρκία, τη Μ. Βρετανία και τον κο Άϊντα. Αποκάλυψη που προκάλεσε τη γνωστή αντίδραση του πρώην ΥΠΕΞ της Ελλάδας κου Κοτζιά, την οποία επέκριναν  φιλοδιζωνικοί κύκλοι της πατρίδας μας.

Καταλήξαμε στο Grans Montana με τον Γ.Γ. του ΟΗΕ να καταθέτει προφορικά πλαίσιο 6 σημείων ως βάση για συζήτηση. Όμως για ακόμα μια φορά οι συζητήσεις επικεντρώθηκαν και πάλι στα θέματα της εσωτερικής διακυβέρνησης και όχι στην ουσία του κυπριακού που είναι θέμα εισβολής και κατοχής.

Τελικά η Πενταμερής κατέληξε σε αποτυχία λόγω της προκλητικής στάσης του Τούρκου ΥΠΕΞ «οι Ελληνοκύπριοι να ξεχάσουν το μηδέν εγγυήσεις και μηδέν τουρκικά στρατεύματα». Παρ΄ όλα αυτά όμως ο Γ.Γ. του ΟΗΕ στην έκθεσή του πίστωσε την Τουρκία με εποικοδομητική στάση και χρέωσε την αποτυχία κατά 50% στην πλευρά μας.

Την ίδια στιγμή το πλαίσιο των 6 σημείων του Γ.Γ. έγινε ευαγγέλιο για τη συνέχιση των συνομιλιών. Η ΕΔΕΚ στο Ε.Σ. κατ΄ επανάληψη πρότεινε να ζητηθεί από τον Γ.Γ. να καταθέσει το πλαίσιό του γραπτώς. Δεν είναι δυνατόν για ένα τόσο σοβαρό θέμα όπως είναι το κυπριακό, δεδομένης και της συμπεριφοράς της Τουρκίας να συζητούμε στη βάση ενός προφορικού πλαισίου που η κάθε πλευρά να το ερμηνεύει όπως θέλει. Δυστυχώς  η πρότασή μας δεν έγινε αποδεκτή από τα υπόλοιπα μέλη του Ε.Σ.

Η επαναφορά στο προσκήνιο του πλαισίου των 6 σημείων ως βάση  επανέναρξης των συνομιλιών ώστε να συνεχιστούν από το σημείο που έμειναν στο Grans Montana (θέση όχι φυσικά της ΕΔΕΚ), καθιστά αναγκαία την ενημέρωση των πολιτών για το τι ακριβώς περιλαμβάνει το συγκεκριμένο πλαίσιο. Επιπρόσθετα να διευκρινισθεί εάν είναι συμβατό  με τις αποφάσεις και τα ψηφίσματα του ΟΗΕ και όντως μπορεί να αποτελέσει αξιόπιστη βάση που να προδικάζει θετική κατάληξη των συνομιλιών.

Η προσεκτική μελέτη του πλαισίου αποδεικνύει ότι βρίσκεται εκτός του Καταστατικού χάρτη και των περί Κύπρου ψηφισμάτων και αποφάσεων της Γ.Σ. και του Σ.Α. του ΟΗΕ.

Εισηγείται μεν την κατάργηση των εγγυήσεων αλλά η παραμονή τουρκικών στρατευμάτων και μετά τη λύση  δεν είναι σύμφωνη με τα ψηφίσματα του ΟΗΕ.

Η παραμονή στρατευμάτων ουσιαστικά παραπέμπει σε εγγυήσεις, όταν μάλιστα για την παραμονή ή την αποχώρησή τους θα αποφασίσουν οι σημερινές τρείς εγγυήτριες χώρες.

Οι δύο από αυτές μπορούν να αποφασίσουν για μόνιμη παραμονή με ότι αυτό συνεπάγεται.

Κάποιους δεν τους ενοχλεί ότι η Κύπρος θα είναι το μόνο κράτος μέλος του ΟΗΕ και της Ε.Ε. που θα έχει ξένες εγγυήσεις και μάλιστα σε αυτές θα περιλαμβάνεται και η Τουρκία.

Η εισήγηση τον πρώτο λόγω στις περιουσίες να τον έχουν οι σημερινοί χρήστες εκτός της παραβίασης του αναφαίρετου ατομικού δικαιώματος στην ιδιοκτησία, ουσιαστικά επιβάλλει την ανταλλαγή περιουσιών και νομιμοποιεί τους έποικους ως πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας, καθώς και την κατοχή και ιδιοκτησία ελληνοκυπριακών περιουσιών που παράνομα κατέχουν.

Προτείνει τον διαχωρισμό του λαού σε δύο εδαφικές ζώνες με εγγυημένη πλειοψηφία πληθυσμού και εδάφους,  πρόταση καθαρά τουρκική.

Η εισήγηση για πρόσθετη νομιμοποίηση τούρκων υπηκόων πέραν των 140 χιλ. εποίκων  που ήδη «απέκτησαν την υπηκοότητα του κατοχικού καθεστώτος», σε αναλογία που θα καθοριστεί σε σχέση με τους ελλαδίτες μόνιμους κατοίκους, θα αυξήσει επιπλέον τους έποικους μέχρι και 40 χιλιάδες και θα καταστήσει τους Τουρκοκύπριους πενιχρή μειοψηφία.

Όμως, δεν διευκρινίζεται με ποιο μηχανισμό θα διατηρηθεί αυτή η αναλογία. Σε περίπτωση ανατροπής λόγω διαφορετικού ρυθμού γεννητικότητας ή μόνιμης παραμονής φοιτητών μετά την αποπεράτωση των σπουδών τους ή των εποχιακών εργατών μετά την ολοκλήρωση της άδειας εργασίας τους ή ακόμα γιατί αριθμός ελλαδιτών θα επιστρέψει στην Ελλάδα. Είναι προφανές ότι η υιοθέτηση αυτής της πρόνοιας σε σύντομο χρονικό διάστημα κατά νόμιμο τρόπο θα μετατρέψει τον ελληνικό πληθυσμό της Κύπρου σε μειοψηφία. Θα επαναληφθεί η περίπτωση της Αλεξανδρέττας.

Ο Γ.Γ. εισηγείται την περαιτέρω αποτελεσματική συμμετοχή των Τουρκοκυπρίων στη διακυβέρνηση, όταν ήδη στην πλειοψηφία των θεσμικών οργάνων της κεντρικής κυβέρνησης έγινε αποδεκτή η αριθμητική εξίσωση και όπου αυτή δεν υπάρχει για τη λήψη απόφασης θα απαιτείται η θετική ψήφος των Τουρκοκυπρίων.

Στην πραγματικότητα η υιοθέτηση αυτής της πρότασης καθιστά την Τουρκία διαμέσου των Τουρκοκυπρίων ρυθμιστή όλων των αποφάσεων του κράτους. Από τους υποστηρικτές του πλαισίου πρέπει να απαντηθεί το ερώτημα, εάν επί Τουρκοκυπριακής προεδρίας η Τουρκία προκαλέσει κάποια ένταση και οδηγήσει το κράτος σε λειτουργική κρίση, ποιος θα συνεχίσει να το εκπροσωπεί νόμιμα σε διεθνές επίπεδο;

Όσον αφορά το παρόν η πρωτοβουλία για τη νέα σύγκληση άρχισε το καλοκαίρι του 2018 με στόχο να ολοκληρωθεί πριν από τέλος του ίδιου χρόνου. Σήμερα βρισκόμαστε σχεδόν με 3 χρόνια καθυστέρηση. Ποιος έχει την ευθύνη;

Με βάση τα δεδομένα που υπάρχουν μέχρι αυτή τη στιγμή επικρατεί πλήρης ασάφεια τόσο για τη διαδικασία που θα ακολουθηθεί, όσο και για το πλαίσιο με βάση το οποίο θα πραγματοποιηθεί η διαπραγμάτευση.

Σε σχέση με την προκλητική συμπεριφορά της Τουρκίας και του κατοχικού καθεστώς, αναφορικά με τις έρευνες στην ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας, την έναρξη εποικισμού της πόλης της Αμμοχώστου αλλά και την πρόταξη της λύσης δύο κρατών με παράλληλη διεκδίκηση της κυριαρχικής ισότητας, οι ανησυχίες είναι απόλυτα δικαιολογημένες.

Ανησυχίες οι οποίες γίνονται εντονότερες λόγω και της στάσης του Γ.Γ. του ΟΗΕ, ο οποίος:

- δεν θέτει ως προϋπόθεση επανέναρξης του διαλόγου τον τερματισμό των προκλητικών ενεργειών της Τουρκίας,
- αποκαλεί την Κυπριακή Δημοκρατία Ελληνοκυπριακή Διοίκηση ή/και Ελληνοκυπριακή Κοινότητα,
- αναφέρει την κατεχόμενη Κύπρο, ως «Βόρεια Κύπρο»,
- το πλαίσιό του σχεδόν στην ολότητά του είναι εκτός των περί Κύπρου αποφάσεων και ψηφισμάτων του ΟΗΕ,
- παραγνώρισε ότι η κατάρρευση της Διάσκεψης του Grans Montana οφειλόταν στις προκλητικές απαιτήσεις της Τουρκίας.


Από την εξίσωση δεν μπορεί να αφαιρεθεί και ο ύποπτος ρόλος του Βρετανικού παράγοντα, ο οποίος από το παρασκήνιο ήταν σταθερά ο διαμορφωτής και συντονιστής της αντικυπριακής πολιτικής. Το τελευταίο διάστημα δεν είναι τυχαίο ότι και πάλι δραστηριοποιείται λόγω και της αποχώρησης της Μ. Βρετανίας από την Ε.Ε. Είναι προφανές ότι ταυτίζει τα συμφέροντά του κατά απόλυτο τρόπο με τα αντίστοιχα της Τουρκίας. Αλλά δεν τυγχάνει καμιάς κριτικής από τα πλείστα κόμματα.

Από τη διαδικασία που βρίσκεται σε εξέλιξη είναι φανερό ότι προκύπτουν σοβαροί κίνδυνοι. Η Διάσκεψη να μην οδηγήσει σε λύση, αλλά η τουρκική πλευρά να κεφαλαιοποιήσει πρόσθετα πλεονεκτήματα και να έρθει ακόμα ένα βήμα πιο κοντά στην υλοποίηση των στόχων της.

Αφού κατοχύρωσε με δική μας ευθύνη τη Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία με πολιτική ισότητα, τώρα επιχειρεί με εκβιασμό τη λύση των δύο κρατών να κατοχυρώσει και την κυριαρχική ισότητα.

Για όλους τους παραπάνω λόγους η ΕΔΕΚ από την αρχή τάχθηκε κατά της συμμετοχής σε μια τέτοια διάσκεψη και αντιπρότεινε  ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας να διεκδικήσει την υλοποίηση της απόφασης της Γ.Σ. (13.5.1983) για σύγκληση Διεθνούς Διάσκεψης με τη συμμετοχή και των πέντε μονίμων μελών του Σ.Α. για να συζητηθεί κατά προτεραιότητα η διεθνής πτυχή του προβλήματος:

- η πλήρης αποχώρηση των κατοχικών στρατευμάτων
- ο επαναπατρισμός των εποίκων
- η επιστροφή των προσφύγων Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων στις εστίες τους σε συνθήκες ασφάλειας, και
- η κατάργηση των εγγυήσεων.


Η απόφαση αυτή έπρεπε να αποτελεί την αιχμή της πολιτικής μας όσον αφορά την επανέναρξη των συνομιλιών. Δυστυχώς την εγκαταλείψαμε.

Η Κυπριακή Δημοκρατία ενώ δεν αξιοποιεί τα σημαντικά πολιτικά και διπλωματικά πλεονεκτήματα που διαθέτει, οικειοθελώς οδηγείται από υποχώρηση σε υποχώρηση.

Ενώ το 1974 το κυπριακό προβαλλόταν ως διεθνές πρόβλημα εισβολής – κατοχής, σήμερα το μετατρέψαμε σε θέμα διακοινοτικής διευθέτησης και μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης. Απλά να υπενθυμίσω τα συνθήματα που κυριαρχούσαν στα συλλαλητήρια αμέσως μετά την εισβολή «Κύπρος Ενιαία Ανεξάρτητη. Έξω όλοι οι στρατοί ανεξάρτητο νησί».

Το αίτημα η λύση να διασφαλίζει τη συνέχεια της Κυπριακής Δημοκρατίας, σταδιακά εγκαταλείφτηκε. Έγινε αποδεκτή η σύσταση ενός νέου συνεταιριστικού κράτους με τα «δύο συνιστώντα κρατίδια» να απολαμβάνουν πλήρους πολιτικής ισότητας σε όλα τα επίπεδα.

Η ΔΔΟ με πολιτική ισότητα ήταν λύση την οποία πρότεινε κατ΄ επανάληψη η Τουρκία τη δεκαετία του 1960. Τον Ιούνιο του 1989 επί Προεδρίας Γ. Βασιλείου την υιοθέτησε το Εθνικό Συμβούλιο (διαφώνησε μόνο η ΕΔΕΚ). Στη συνέχεια συμπεριελήφθη στην έκθεση του Γ.Γ του ΟΗΕ Πέρεζ Ντε Γκουεγιάρ και στο ψήφισμα 649 του Σ.Α. τον Μάρτιο του 1990 για να γίνεται σήμερα επίκληση  συμμόρφωσης με τα ψηφίσματα του ΟΗΕ για να δικαιολογηθούν οι απαράδεκτες υποχωρήσεις.

Ενώ γίνεται επίκληση των ψηφισμάτων για να δικαιολογηθεί η υιοθέτηση της ΔΔΟ, αγνοούνται όλα τα υπόλοιπα ψηφίσματα όπως το 3212 της Γ.Σ., το 550 του Σ.Α. του ΟΗΕ

Είναι σημαντικό με βάση τα νέα δεδομένα τα οποία έχουν διαμορφωθεί στην αν. Μεσόγειο με την προκλητική επεκτατική συμπεριφορά της Τουρκίας, Κύπρος και Ελλάδα να προχωρήσουν στη διαμόρφωση μιας κοινής πολιτικής η οποία να αναβαθμίζει το γεωστρατηγικό τους ρόλο για να ενισχυθεί η διαπραγματευτική τους θέση έναντι της Τουρκίας.

Η κοινή πολιτική πρέπει να στηριχθεί σε τρείς πυλώνες:

Τον Πολιτικό

Με επικέντρωση της προσπάθειας στην Ε.Ε. και τον ΟΗΕ.

Όσον αφορά  την Ε.Ε. η στόχευση πρέπει να αφορά την παρεμπόδιση της αναβάθμισης των εμπορικών και οικονομικών σχέσεων με την Τουρκία. Αυτή την περίοδο όπου η τουρκική οικονομία βρίσκεται σε ύφεση,  οι επιπτώσεις που θα προκληθούν ενδεχομένως να ενεργοποιήσουν αντιθέσεις εντός του τουρκικού πολιτικού και οικονομικού συστήματος λόγω διαφοροποίησης συμφερόντων.

Το πολιτικό πλαίσιο αυτής της τακτικής πρέπει να προτάσσει την υλοποίηση των κυπρογενών υποχρεώσεων που ανέλαβε η Τουρκία έναντι της Ε.Ε. το Σεπτέμβριο του 2005.

Όσον αφορά τον Ο.Η.Ε. η προσπάθεια πρέπει να επικεντρωθεί στα όσα αναφέρθηκαν πιο πάνω. Δεν τρέφουμε ψευδαισθήσεις ότι η υλοποίησή τους είναι εύκολη. Όμως, η εμμονή σε αυτά:

- παρεμποδίζει την αναβάθμιση του κατοχικού καθεστώτος,
- επαναφέρει το κυπριακό στη σωστή του βάση ως προβλήματος,
- εισβολής, συνεχιζόμενης κατοχής και εθνοκάθαρσης. Την ίδια στιγμή το απομακρύνει από - τον επικίνδυνο εγκλωβισμό στη δικοινοτική του πτυχή, όπου απαλλάσσει την Τουρκία από τις ευθύνες της,
- απεγκλωβίζει τη λύση του κυπριακού από τον ασφυκτικό έλεγχο του Βρετανικού παράγοντα - ο οποίος το δημιούργησε για να κατοχυρώσει τα γεωστρατηγικά του συμφέροντα στην ευαίσθητη περιοχή της Αν. Μεσογείου.


Τον ενεργειακό

Η προκλητική συμπεριφορά της Τουρκίας στην αν. Μεσόγειο την φέρνουν επί του παρόντος σε σύγκρουση με άλλες χώρες της περιοχής. Η προσεκτική αξιοποίησή του θα υποβοηθήσει στη μερική εξισορρόπηση των συμφερόντων των δυνάμεων που εμπλέκονται στην περιοχή.

Ελλάδα και Κύπρος με προσεκτική και αναβαθμισμένη κλιμάκωση πρέπει να προωθήσουν την υλοποίηση της ενεργειακής τους πολιτικής με στόχο την:

- περαιτέρω αναβάθμιση των τριμερών συμφωνιών με άλλες χώρες της περιοχής,
- εμπλοκή ισχυρών εταιριών στην εκμετάλλευση του Φ.Α.,
- οριοθέτηση της Α.Ο.Ζ.  Ελλάδας – Κύπρου και Αιγύπτου,
- άμεση ενεργοποίηση της κατασκευής του αγωγού της Αν. Μεσογείου (EastMed) για  μεταφορά Φ.Α. στην Ευρώπη. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα να θέσει τέρμα στους τουρκικούς σχεδιασμούς για αγωγό μέσω Τουρκίας.

Τον στρατιωτικό

Η υλοποίηση των δύο προηγούμενων πυλώνων θα αποκτήσει σημαντική αξιοπιστία εάν συνδυαστεί με ανάλογη στρατιωτική υποστήριξη. Η Κύπρος σε συνεργασία με την Ελλάδα μπορούν να αλλάξουν τα δεδομένα.

Η περαιτέρω αναβάθμιση της στρατιωτικής συνεργασίας με την Ελλάδα πρέπει να περιλαμβάνει την ενεργοποίηση του Δόγματος του Ενιαίου Αμυντικού Χώρου και  την περαιτέρω ενίσχυση του ελληνικού στρατού στην Κύπρο, τόσο αριθμητικά όσο και οπλικά.

Ο αγώνας αντιμετώπισης του τουρκικού επεκτατισμού είναι κοινός.

Οι τουρκικοί ελιγμοί μπορούν να αντιμετωπισθούν μόνο με σταθερή γραμμή ως προς τη λύση του κυπριακού, η οποία να κατοχυρώνει:

- ένα κράτος, ένα λαό, μία διεθνή προσωπικότητα με πλήρη κατοχύρωση των πολιτικών και ανθρωπίνων δικαιωμάτων όλων των νόμιμων κατοίκων ανεξάρτητα από εθνοτική ή θρησκευτική προέλευση,
- την πλήρη εφαρμογή του ευρωπαϊκού κεκτημένου σε ολόκληρη την επικράτεια χωρίς παρεκκλίσεις, και
- την πλήρη αποχώρηση όλων των ξένων στρατευμάτων και κατάργηση των εγγυήσεων.
Γραφείο Τύπου

Λευκωσία, 19 Μαρτίου 2021

 


 


 

Ανακοινώσεις